Ἡρακλεώτης

Ἡρακλεώτης
Ἡρακλεώτης, ου, ,
A a man of Heraclea, Arist.Pol.1327b14, IG22.1271 (-ειώτης ib.12.145):—Adj. [full] Ἡρακλεωτικός, ή, όν, of Heraclea, Arist.HA525b5;

ἅμμα Heracl.

ap. Orib.48.8.1; [καρύα] Thphr.HP 1.10.6, 3.6.5, cf. Zopyr. ap. Orib.14.50.2;

ἀμύγδαλα Diocl.Fr.126

;

ὀρίγανος -κή Philum.Ven.16.9

; but σκύφος Ἡρακλεωτικός is said to derive its name directly from Heracles, Ath.11.500a:—fem. also [suff] Ἡρακλειτ-ῶτις Thphr.HP3.3.8, al.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ηρακλεώτης — ἡρακλεώτης και ἡρακλειώτης, ό, θηλ. ἡρακλεῶτις (Α) ο κάτοικος τής Ηράκλειας. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ηράκλεια + κατάλ. ωτης (πρβλ. επαρχι ώτης, νησ ιώτης)] …   Dictionary of Greek

  • Ἡρακλεώτης — a man of Heraclea masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαρκιανός ο Ηρακλεώτης — (τέλη 4ου – αρχές 5ου αι.). Γεωγράφος από την Ηράκλεια του Πόντου. Έγραψε αξιόλογα συγγράμματα, τα κυριότερα από τα οποία τιτλοφορούνται Η επιτομή των ένδεκα της γεωγραφίας Αρτεμιδώρου του Εφεσίου, εν βιβλίοις ια, Περίπλους της Έξω θαλάσσης, εν… …   Dictionary of Greek

  • Ἡρακλεωτῶν — Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡρακλεῶται — Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡρακλεώταις — Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡρακλεώτην — Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡρακλεώτου — Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡρακλεώτῃ — Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡρακλεώτας — Ἡρακλεώτᾱς , Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc acc pl Ἡρακλεώτᾱς , Ἡρακλεώτης a man of Heraclea masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ДИОНИСИЙ ГЕРАКЛЕЙСКИЙ —     ДИОНИСИЙ ГЕРАКЛЕЙСКИЙ (Διονύσιος ὁ Ἡρακλεώτης) (1 я пол. 3 в. до н. э.), стоик, ученик Зенона Китийского (в одно время с Аратом из Сол, ср. SVF I 424); прозван «Перебежчиком» (Μεταθεμένος) за то, что примкнул к киренаикам и объявил конечной… …   Античная философия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”